Επανάσταση στη θάλασσα
«Μετά την 9η Μαρτίου, στο Σύνταγμά μου έλαχε ο κλήρος να επιχειρήσει την εκπόρθηση της φοβερής οροσειράς Σεντέλι, βυθισμένη στο χιόνι... Θα έπρεπε λοιπόν, απ΄την ανατολική πλευρά της Τρεμπεσίνας, στην οποία είμαστε σκαρφαλωμένοι, να φτάσουμε νύκτα στην ψηλότερη κορφή της και από εκεί, ας μεταχειριστώ τη φράση για να φανερώσω την αποτομία του τόπου, να γκρεμιστούμε κατά τη δυτική πλευρά, προς τη χαράδρα μεταξύ Τρεμπεσίνας και Σεντέλι και πριν τα ξημερώματα να φθάσουμε στον αυχένα Μετζικοράνη. Ένα μαύρο χωριό, αληθινή εξορία. Και από εκεί να αναρριχηθούμε προς τις κορυφές του Σεντέλι, σ’ ένα ανήφορο μαχαίρι, χιονισμένο, βαλλόμενοι από τρία σημεία.
Από αυτό το Σεντέλι, από το οποίο ημέρα και νύκτα έπεφτε βροχή σφαιρών και όλμων, από τα πυροβολεία... Ω Θεέ μου, που επέτρεψες να πέσουμε!
Μα μια τέτοια επιχείρηση θα έχει νεκρούς αλλά και τραυματίες. Πώς οι τραυματίες αυτοί θα μεταφερθούν από το βάθος εκείνο της γης μέχρι της κορυφής της Τρεμπεσίνας… για να τοποθετηθούν σε αυτοκίνητα και διευθυνθούν προς Ιωάννινα; Με τι είδους φορεία και ποιοι τραυματιοφορείς θα αναλάβουν τον υπεράνθρωπο αυτόν αγώνα;
Μεγάλο κακό αληθινά ο πόλεμος. Φθάσαμε στον αυχένα της Μετζικοράνης περίπου τα ξημερώματα. Μα πουθενά δεντράκι ή θάμνος για κάλυψη. Τα διάφορα τμήματα του Συντάγματός μου κατευθύνθηκαν προς τομείς της δράσης τους. Μερικά απ’ αυτά βρήκαν και σπήλαια, που πολύ τους βοήθησαν για τη φύλαξη πυρομαχικών και σταθμούς επιδέσεως των τραυματιών.
Οι περισσότεροι ήμασταν εκτεθειμένοι στον αυχένα Μετζικοράνη... Μας αντιλήφθηκαν οι Ιταλοί από τις κορυφογραμμές του Σεντέλι και άρχισαν καταιγιστικό πυρ εναντίον μας. Όλοι εμείς κρυμμένοι, ας πούμε καλύτερα εκτεθειμένοι, μέσα σε μαντράκια, που πρόχειρα φτιάξαμε.
Δυο χιλιάδες περίπου οβίδες ρίχθηκαν από το πρωί έως το βράδυ επάνω μας και περιμέναμε τη νύκτα, για να μετρήσουμε τους νεκρούς, να περισυλλέξουμε τους τραυματίες, να φάμε κάτι και να πιούμε λίγο νερό. Κατά την ώρα του σφοδρού βομβαρδισμού μέναμε ακίνητοι και καθηλωμένοι στις θέσεις μας. Ούτε επάνω (βράχος απότομος), ούτε κάτω (γκρεμός επικύνδυνος). Ούτε εμπρός, ούτε πίσω, διότι τότε θα δρούσε και το πυροβόλο.
Περιμέναμε από στιγμή σε στιγμή το θάνατο. Μια μόνο ελπίδα σωτηρίας έμενε. Το θαύμα του Θεού. Ακριβώς εκείνο, που έγινε μέσα στο καμίνι του πυρός στη Βαβυλώνα και σώθηκαν οι τρεις παίδες. Ακούμπησα το χέρι μου επάνω στο μεταλλικό κουτάκι, μέσα στο οποίο φύλαγα στον κόρφο μου αγιασμένο άρτο για έκτακτη κοινωνία τραυματία ή ετοιμοθάνατου και η σκέψη, ότι είχαμε μαζί μας αυτόν τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, ουσιαστικώς παρόντα, με ενδυνάμωσε.
Ήλθε η νύκτα και βγήκαμε απ’τα μαντράκια. Και ω του μεγάλου θαύματος. Μα κανενός δεν του είχε λυθεί η μύτη, κατά το λεγόμενο. Η μόνη βλάβη, που είχαμε πάθει, ήταν το ότι έσπασαν θραύσματα βλήματος τα καθρεφτάκια των δύο πυροβόλων. Και τίποτε επιπλέον..».
Παιδιά, μάθατε τα νέα; Το ταξίδι μας στην Ιστορία συνεχίζεται...
Ένας νέος σταθμός μας περιμένει να τον ανακαλύψουμε στην ιστοσελίδα fotis-istoria.gr.
Πέρασαν 100 χρόνια από τη Μικρασιατική καταστροφή! Ελάτε να μάθουμε περισσότερα...